Συνέντευξη στον Χρήστο Κοτσακά
Η Κατερίνα Πουρναροπούλου αποφάσισε να αλλάξει πορεία στην καριέρα της -της οποίας, ο πιο πρόσφατος σταθµός, ήταν σε µια πολύ µεγάλη πολυεθνική- και από την Ελλάδα να βρεθεί στην Ελβετία. Σήµερα, µας µιλάει για την απόφασή της, τις προκλήσεις που προέκυψαν, την προσαρµογή στο περιβάλλον εργασίας της συγκεκριµένης χώρας και τον συνδυασµό µητρότητας και επαγγελµατικής καριέρας.
Πήρατε πρόσφατα την απόφαση να ξεκινήσετε μια καινούργια επαγγελματική πορεία στην Ελβετία. Ποιες οι προκλήσεις, τα διλήμματα που προκύπτουν από μια τέτοια απόφαση; Ποιες οι απαντήσεις που δώσατε εσείς σε αυτά;
Πάντα αγαπούσα τη χώρα µου αλλά και πάντα ήθελα να ζήσω στο εξωτερικό. Έτσι, µετά την αποφοίτησή µου από το London School of Economics, επέστρεψα στην Ελλάδα µε το σκεπτικό να ενισχύσω το δυναµικό της µε τα εφόδια που αποκόµισα. Ως άνθρωπος, µου αρέσει να σπρώχνω διαρκώς τα όριά µου και µια από τις αγαπηµένες µου φράσεις είναι «σταµάτα να ονειρεύεσαι, ξεκίνα να δηµιουργείς». Έτσι, όταν ωρίµασαν οι συνθήκες και ήρθε η πρόταση µετοίκησης στην Ελβετία, οµολογώ ότι δεν υπήρχε δίληµµα, αλλά σίγουρα πολλές προκλήσεις!
Κοιτάζοντας τη γενική εικόνα, η κύρια πρόκληση -η εύρεση πελατών- είναι ίδια για κάθε επαγγελµατία, ανεξαρτήτως χώρας δραστηριοποίησης. Αυτό αντιµετωπίζεται µε τη δικτύωση µέσω της ελληνικής κοινότητας των οµογενών, η οποία µπορεί να γίνει πολυεπίπεδα: είτε µέσω φιλικού περιβάλλοντος, είτε µέσω επαγγελµατικών οµάδων στο linkedin, είτε ακόµα και από άτυπα δίκτυα, όπως το facebook group «Ελληνίδες µαµάδες Ελβετίας».
Ένα σηµαντικό θέµα είναι η διαφορετικότητα της κουλτούρας, η οποία, όµως, όταν εργάζεσαι σε πολυεθνική, δεν διαφέρει πολύ από χώρα σε χώρα. Αυτό που µου έκανε εντύπωση είναι το απαράβατο -υποχρεωτικό- µεσηµεριανό διάλειµµα στις 12, κατά τη διάρκεια του οποίου κάποιοι επιλέγουν το φαγητό, κάποιοι άλλοι την άσκηση και κάποιοι, στη διάρκεια αυτής της ώρας, συνδυάζουν και τα δύο!
Επιπλέον µεγάλη πρόκληση για κάθε επαγγελµατία αποτελεί η γλώσσα. Όταν πρωτοήρθα στην Ελβετία πίστευα ότι µε τα Γερµανικά που κατείχα η συνεννόηση θα ήταν σχετικά εύκολη. Δυστυχώς υπολόγιζα χωρίς τον ξενοδόχο, δηλαδή την ελβετική διάλεκτο. Στον επαγγελµατικό στίβο, τα hochdeutsch (η καθοµιλουµένη γερµανική και όχι η διάλεκτος) είναι αυτή που επικρατεί. Η λύση στην περίπτωση εξαρτώµενης εργασίας είναι είτε η εργασία σε πολυεθνική -των οποίων η κύρια γλώσσα είναι τα αγγλικά- είτε, στην περίπτωση του ελεύθερου επαγγέλµατος, η στόχευση πελατών οι οποίοι µε τη σειρά τους εστιάζουν την προσοχή τους σε διεθνές κοινό.
Σε προσωπικό επίπεδο, µια από τις προκλήσεις ήταν η έλλειψη υποστηρικτικού δικτύου (φίλοι, συγγενείς). Ευτυχώς, όµως, έχουµε καλούς ανθρώπους στην ζωή µας οι οποίοι έρχονται και µας βλέπουν!
Έχετε ξεκινήσει και το δικό σας blog, γράφοντας για τη ζωή στην Ελβετία. Πώς προέκυψε η ιδέα για τη δημιουργία του; Ήταν ένας τρόπος να «διασυνδεθεί» η ελληνική κοινότητα; Γενικότερα, ποια η παρουσία των Ελλήνων στη συγκεκριμένη χώρα;
Το blog mylifeinswitzerland.com ξεκίνησε αρχικά για εγωιστικούς λόγους, ως αποτέλεσµα του πάθους µου για να γράφω. Πάντα αγαπούσα τη συγγραφή. Και ανέκαθεν έκανα ερωτήσεις αποτελώντας διαρκή πονοκέφαλο για τους δασκάλους και για την οικογένειά µου. Έχοντας συνηθίσει να εργάζοµαι δηµιουργικά και να παράγω περιεχόµενο, το blog αποτελεί για µένα µέσο έκφρασης. Σκοπός µου ήταν να απαντήσω σε φίλους και γνωστούς για τη ζωή στην Ελβετία. Ερχόµενη εδώ, είχα πολλές απορίες και αποφάσισα να τις συγκεντρώσω και να τις δηµοσιεύσω, ώστε να βοηθηθούν και άλλοι Έλληνες οι οποίοι ενδιαφέρονται να έρθουν στην Ελβετία. Ήταν µια ευχάριστη έκπληξη ότι διαβάζουν το blog απόδηµοι, οι οποίοι µένουν ήδη εδώ – και µάλιστα µου στέλνουν πολύ θετικά µηνύµατα!
Στη συνέχεια, προχώρησα στην πραγµατοποίηση συνεντεύξεων, στις οποίες οι Έλληνες της Ελβετίας µοιράζονταν την ιστορία τους. Είχε εξαιρετικό ενδιαφέρον το πώς, από διαφορετικές αφετηρίες, οι ιστορίες αυτές καταλήγουν στην ίδια χώρα. Το εγχείρηµα αυτό προσέλκυσε πολλούς αναγνώστες, µε αποτέλεσµα τους πρώτους µήνες να επισκεφθούν το blog 10.000 άτοµα.
Η ελληνική κοινότητα στην Ελβετία εµφανίζεται αρκετά κατακερµατισµένη και αυτό εν µέρει οφείλεται στο ότι και η ίδια η χώρα είναι χωρισµένη σε (γαλλόφωνα, γερµανόφωνα ή ιταλόφωνα) καντόνια. Έτσι, ανάλογα µε το καντόνι κατοικίας ή εργασίας, διαφορετικά βιώνει κανείς την ζωή στην Ελβετία. Η ελληνική εκκλησία συνεχίζει να κρατά τα σκήπτρα ως µέσο αναφοράς των αποδήµων, αλλά σίγουρα η κοινότητα εµφανίζεται λιγότερο ενωµένη από άλλα κράτη, για παράδειγµα των Ελλήνων της Αµερικής ή της Αυστραλίας.
Ως επικοινωνιολόγος, πως προχώρησε η προσαρμογή σας στην ελβετική αγορά και τις απαιτήσεις της; Ποια η εικόνα που μπορείτε να μας μεταφέρετε από το επιχειρείν στην Ελβετία, ποιες οι ομοιότητες και οι διαφορές με την Ελλάδα;
Είχα αφήσει ήδη την εργασία µου σε µεγάλη πολυεθνική, η οποία τα τελευταία 6 χρόνια αποτελούσε σηµείο αναφοράς και δηµιουργίας επικοινωνιακών δράσεων (ΕΚΕ, συνέδρια κ.λπ.).
Παρόλο που ήρθα στην Ελβετία αποφασισµένη να γίνω full time µαµά, η εργασία -και κυρίως το δηµιουργικό της κοµµάτι- µου είχε λείψει. Το γεγονός ότι ήµουν έγκυος ξανά, σε ξένη χώρα, µε µικρό παιδί, µακριά από το οικείο δίκτυό µου, µε πείσµωσε περισσότερο από ότι µε αποθάρρυνε. Το µεράκι για την απασχόληση ήταν τόσο µεγάλο, που λίγες ηµέρες πριν γεννήσω έκλεισα την πρώτη επαγγελµατική συνεργασία!
Επέλεξα το ελεύθερο επάγγελµα, η έναρξη του οποίου είναι πολύ εύκολη στην Ελβετία. Με αυτόν τον τρόπο, βρίσκοµαι κοντά στα παιδιά µου αλλά και στο αντικείµενο που τόσο αγαπώ, την επικοινωνία. Έτσι, προσφέρω συµβουλευτική και βοηθάω επιχειρήσεις να προβληθούν στην Ελβετία (και όχι µόνο) µέσω των social media και της τεχνητής νοηµοσύνης.
Οι διαφορές έναρξης του ελεύθερου επαγγέλµατος µεταξύ Ελλάδας και Ελβετίας είναι χαοτικές. Κατ’ αρχάς, η Ελβετία επιτρέπει στους κατοίκους της να δοκιµάζουν το ελεύθερο επάγγελµα, δίχως απαραίτητα να γίνει δήλωση της εταιρείας. Με αυτόν τον τρόπο, επιτρέπει να το δοκιµάσει κάποιος χωρίς να έχει τον οικονοµικό φόβο της αποτυχίας, λόγω φορολογίας. Η φορολόγηση, εάν γίνει η επίσηµη έναρξη εταιρείας, ξεκινάει από µηδαµινή έως 10% και ο λόγος που κάποιος δηλώνει επίσηµα την επιχείρηση είναι για να έχει φοροαπαλλαγές καθώς και συντάξιµα χρόνια ασφάλισης.
Ακόµη και η διαδικασία για την έναρξη εταιρείας είναι πολύ εύκολη, χωρίς να απαιτείται κανένα κεφάλαιο. Αυτό που είναι υποχρεωτικό, όµως, είναι τουλάχιστον ο ένας εταίρος να έχει βάση στην Ελβετία. Γενικά η Ελβετία έχει εξαιρετικά παραδείγµατα «how to make a business», τα οποία η Ελλάδα, εάν ακολουθούσε, η επιχειρηµατικότητα θα απογειωνόταν! Σχετικά µε οµοιότητες, δυστυχώς δεν µπορώ να σκεφτώ κάποια…
Μιλήστε μας για τις επαγγελματικές ευκαιρίες που προσφέρει η Ελβετία. Πόσο εύκολο είναι για κάποιον που προέρχεται από το εξωτερικό να προσαρμοστεί στο ελβετικό εργασιακό περιβάλλον, να «απορροφηθεί», αν θέλετε;
Ας ξεκινήσουµε από τα βασικά. Με ποσοστό ανεργίας 2%, η Ελβετία προσφέρει επαγγελµατικές ευκαιρίες και, έχοντας ένα από τα καλύτερα επίπεδα ζωής στον κόσµο, δέχεται τεράστιο αριθµό βιογραφικών υποψηφίων εργαζοµένων.
Όπως όµως είναι φυσικό, οι καλύτερες θέσεις καλύπτονται από τον γηγενή πληθυσµό. Η µετανάστευση στη χώρα γίνεται µόνο εάν υπάρχει γράµµα πρόσκλησης από τον εργοδότη προς τον εργαζόµενο. Το ίδιο γράµµα, µαζί µε την σύµβαση εργασίας και το ύψος των αποδοχών, αποτελούν προαπαιτούµενο των ιδιοκτητών από τους υποψηφίους ενοικιαστές για τη µίσθωση κατοικίας.
Θα έλεγα ότι η Ελβετία έχει δύο ταχύτητες εργασιακού περιβάλλοντος: αυτό των πολυεθνικών επιχειρήσεων, στις οποίες η ένταξη γίνεται οµαλότερη, και αυτό των παραδοσιακών ελβετικών εταιρειών, στις οποίες η ένταξη χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να γίνει. Τέλος, πολύ σηµαντικοί παράγοντες για την απορρόφηση που αναφέρετε είναι η ιδιοσυγκρασία και η γλώσσα. Προσωπικά βρίσκω τους Ελβετούς του καντονιού Zug στο οποίο ζω, εξαιρετικά φιλικούς και θερµούς. Όµως, ένα «θερµό» βαλκάνιο ταπεραµέντο µπορεί να προσκρούσει στη σηµασία που αποδίδουν οι Ελβετοί στην συνέπεια ή στον λιτό τρόπο ζωής (γιατί πραγµατικά οι Ελβετοί είναι πολύ απλοί άνθρωποι). Από την άλλη, ένας εργαζόµενος ο οποίος µιλάει τη γλώσσα του καντονιού στο οποίο εργάζεται και ζει, γίνεται πιο ευπρόσδεκτος από τον χώρο εργασίας και την τοπική κοινότητα.
Έχουμε διαβάσει σε σχετικές έρευνες πως εντοπίζονται σημαντικές εργασιακές ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών, όσον αφορά στο μισθολογικό χάσμα. Ποια η δική σας εικόνα, από την πραγματική αγορά;
Για να ερµηνεύσουµε αυτές τις διαφορές που εµφανίζονται στο µισθολογικό χάσµα, χρειάζεται να κάνουµε ένα βήµα πίσω και να δούµε τις κοινωνικές νόρµες που αντανακλώνται.
Καταρχάς, µόλις το 1971 επετράπη στις γυναίκες το δικαίωµα ψήφου στην Ελβετία. Κατά δεύτερον, το κόστος των προσχολικών σταθµών είναι ισότιµο συνήθως µε έναν µισθό. Ως εκ τούτου, πολλές οικογένειες βρίσκουν ασύµφορη την εργασία του ενός από τους δύο γονείς.
Παρά το γεγονός ότι τα ποσοστά αποφοίτων Πανεπιστηµίων είναι ισόποσα βάσει φύλου, η Ελβετία παραµένει µια αρκετά συντηρητική και παραδοσιακά πατριαρχική κοινωνία, αναµένοντας από τη γυναίκα να λάβει τον ρόλο του φροντιστή των παιδιών. Έχουν προκύψει περιστατικά εργοδοτών, οι οποίοι δεν επιλέγουν µητέρες για θέσεις µε πολλές µετακινήσεις, θεωρώντας ως δεδοµένο ότι µια νέα µητέρα δεν µπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις. Από την άλλη πλευρά, πολλές Ελβετίδες εργαζόµενες, µε την έναρξη του γάµου τους, αποφασίζουν να µειώσουν οι ίδιες τις ώρες εργασίας τους στο 70% ή 60%, ώστε να µπορέσουν να συγκεράσουν τους δύο ρόλους µελλοντικά. Αυτό από µόνο του πιστεύω εξηγεί τη µισθολογική διαφορά.
Όσον αφορά στη μητρότητα πόσο νιώθετε ότι επηρεάζει τον τομέα της εργασίας; Πιστεύετε ότι η μητρότητα λειτουργεί ως μοχλός αναχαίτισης της επαγγελματικής καριέρας;
Σίγουρα η περίοδος της εγκυµοσύνης και της λοχείας οδηγεί σε µια αναγκαστική µείωση ή και παύση των επαγγελµατικών ρυθµών, ενώ η εύρεση µιας νέας εργασίας σε ξένη χώρα καθίσταται πολύ δύσκολη, εάν όχι αδύνατη.
Προσωπικά νιώθω ότι η µητρότητα µε έχει κάνει καλύτερη επαγγελµατία, όσον αφορά στην αποτελεσµατικότερη διαχείριση του χρόνου, τη βελτίωση ικανότητας multitasking, τη λήψη µεγαλύτερων ρίσκων και την αύξηση σωµατικών αντοχών και παραγωγικότητας. Πιστεύω πως ό,τι θέλουµε µπορούµε να το καταφέρουµε, αρκεί να είµαστε έτοιµοι για τις συνέπειες…